2008-08

Ένα νεαρό ζευγάρι, πολύ ερωτευμένο, αποφασίζει να παντρευτεί, όταν την τελευταία νύχτα πριν τον γάμο, συμβαίνει ένα τραγικό ατύχημα και σκοτώνονται. Βρίσκονται προ των πυλών του Παραδείσου, να συνοδεύονται από τον Αγιο Πέτρο. Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο νεαρός συναντιέται με τον Πέτρο και του λέει:
– Αγιε μου, η αρραβωνιαστικιά μου και εγώ είμαστε πολύ ευτυχισμένοι εδώ μέσα στον Παράδεισο. Όμως, μας έχει λείψει πολύ η όλη διαδικασία, τελετή του γάμου. Είναι δυνατόν, για κάποιον που ζει στον Παράδεισο να παντρευτεί κάποιον άλλον;

Ο Αγιος Πέτρος τον κοιτάζει καλά και του λέει: – Λυπάμαι πολύ. Ποτέ ξανά δεν έχω ακούσει κάποιον άλλον να θέλει να παντρευτεί μέσα στον Παράδεισο. Πολύ φοβάμαι ότι αν το θέλετε πολύ, θα πρέπει να μιλήσετε με τον Παντοδύναμο Θεό. Μπορώ να σας κλείσω ένα ραντεβού σε δυό βδομάδες από σήμερα.

Έφτασε η ημέρα του ραντεβού και οι δυό νέοι παρουσιάζονται εμπρός στον Παντοδύναμο. Του αναφέρουν το αίτημά τους. Ο Κύριος τους κοιτάζει σιωπηλά, σκέφτεται προβληματισμένα και τους λέει:
– Ελάτε σε πέντε χρόνια από σήμερα. Εάν ακόμη θέλετε να παντρευτείτε, τότε θα σκεφτώ την επιθυμία σας.

Πέντε χρόνια αργότερα, το ζευγάρι εμφανίζεται και πάλι. Η επιθυμία τους είναι ακόμη ζωντανή. Η εντολή του Θεού είναι ίδια:
– Σε πέντε χρόνια, θα παρουσιαστείτε πάλι εμπρός μου. Τότε θα το συζητήσουμε και πάλι.

Την τρίτη φορά, το ζευγάρι εμφανίζεται και πάλι στον Θεό. Ακόμη επιθυμούν να έρθουν σε κοινωνία γάμου.
– Εντάξει λοιπόν. Μπορείτε να προβείτε σε γάμο. Αυτό το Σάββατο, στις 6.30 το απόγευμα, θα τελεστεί μια υπέροχη τελετή γάμου στην Κεντρική Εκκλησία του Παραδείσου. Αφήστε τις λεπτομέρειες σε μένα.

Ο γάμος ήταν μια μεγάλη επιτυχία. Όλοι οι καλεσμένοι ομολόγησαν ότι η νύφη ήταν πανέμορφη. Όλοι οι γνωστοί και μη, ήταν παρόντες στην τελετή. Ο Μωυσής έφερε σπάνια λουλούδια από τον Νείλο Ποταμό, ο Νώε έφερε σπάνια ορυκτά από την Μεσσοποταμία και οι μαθητές του Ιησού έκαναν μερικά θαύματα για να εντυπωσιάσουν τους παρευρισκόμενους. Ακόμη και ο Γκάντι εμφανίστηκε, έμεινε μόνο για λίγο και φορούσε τα πιο καλά του ρούχα.

Όμως, το μαντέψατε… Μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα το παντρεμένο ζευγάρι, κατάλαβαν ότι έκαναν ένα φοβερό λάθος. Απλά, δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να ζουν παντρεμένοι. Έτσι, αποφάσισαν να κλείσουν ένα ακόμη ραντεβού με τον Θεό, για να του ζητήσουν ένα διαζύγιο στον Παράδεισο.

Όταν ο Παντοδύναμος Θεός άκουσε το νέο αίτημά τους, βγήκε απο τις χλαμύδες του. Τους κοίταξε με ένα ανάμεικτο, γεμάτο οίκτο, αυστηρότητα, και απογοήτευση, βλέμμα και τους είπε:
– Μα, είσαστε σοβαροί, επιτέλους ή αστειεύεστε; Μας πήρε δέκα χρόνια να βρούμε ένα παπά, εδώ στον παράδεισο να σας παντρέψει!!!! Μπορείτε να φανταστείτε πόσο καιρό θα μας πάρει να βρούμε έναν δικηγόρο!!!

—————-

Μια μέρα σκοτώθηκε μια γυναίκα που ήταν μεγάλη πολιτικός και μεγαλοστέλεχος στο κόμμα της, με υπουργεία και πολλές περγαμηνές.
Όταν έφτασε στον άλλο κόσμο, την υποδέχτηκε ο Aγιος Πέτρος και της λέει: -“Που θα ήθελες να περάσεις την αιωνιότητα σου, στην Κόλαση ή στον Παράδεισο;” Εκείνη το σκέφτεται λίγο και λέει: “Δεν είμαι σίγουρη.”

“Τότε”, λέει ο Aγιος Πέτρος, “θα κάνουμε το εξής, θα περάσεις 24 ώρες στον Παράδεισο και μετά αποφασίζεις.” Η πολιτικός συμφωνεί. Πάνε λοιπόν, στην Κόλαση. Εκεί η πολιτικός βλέπει όλους τους πολιτικούς φίλους της που είχαν πεθάνει να παίζουν γκολφ, να ποντάρουν στο καζίνο, να πίνουν σαμπάνια, να φλερτάρουν με ωραίους άντρες και πανέμορφες γυναίκες και γενικά να διασκεδάζουν πολύ. Ακόμα και ο Διάβολος ήταν μαζί τους και κάνανε παρέα, λέγοντάς τους τα καλύτερα πρόστυχα και πικάντικα ανέκδοτα. Όλα πολύ ωραία και η πολιτικός περνούσε υπέροχα.

Πριν το καταλάβει, πέρασαν οι 24 ώρες και ήρθε ο Aγιος Πέτρος να την πάρει να πάνε στον Παράδεισο. Ο Παράδεισος ήταν ένα πολύ ήσυχο μέρος με ήρεμη ατμόσφαιρα, οι άγγελοι έπαιζαν γαλήνια μουσική με τις άρπες και τις λύρες τους, οι φιλόσοφοι μιλάγαν για τη ζωή και το θάνατο και όλοι μαζί συζητούσαν με το Θεό που ήταν πολύ γλυκός κι ευχάριστος τύπος. Η πολιτικός αισθανόταν πολύ όμορφα και πριν το καταλάβει, πέρασαν και αυτές οι 24 ώρες, ώσπου ήρθε ο Aγιος Πέτρος να τι ρωτήσει τι αποφάσισε τώρα που είδε και τα δύο μέρη.

Η πολιτικός το σκέφτεται λίγο και του λέει: – “Ο Παράδεισος ήταν πολύ ωραίος και γαλήνιος, αλλά στην Κόλαση ήταν όλοι οι φίλοι μου και διασκέδαζαν πιο πολύ, οπότε θα προτιμήσω την Κόλαση.”

Ο Aγιος Πέτρος σέβεται την επιθυμία της και την στέλνει στην Κόλαση. Όμως, η Κόλαση ήταν λίγο διαφορετική τώρα, ένα διαλυμένο μέρος με αποπνικτική ατμόσφαιρα και όλοι οι φίλοι της πολιτικού δούλευαν στα κάτεργα και κουβαλούσαν τεράστιες πέτρες, ενώ και ο Διάβολος ήταν πάνω από τα κεφάλια τους και διέταζε συνεχώς.

Η πολιτικός δυσαρεστημένη πάει και τον ρωτά: – “Τι έγινε εδώ; Προχθές όλα ήταν τόσο ωραία και όλοι διασκέδαζαν.” Και ο Διάβολος της απαντά: – “Τότε είχαμε προεκλογική εκστρατεία, σήμερα μας ψήφισες!!!”

—————-

Ένας τελειόφοιτος της Ψυχολογίας έπρεπε να κάνει μια εργασία για τα δυνατά συναισθήματα. Ο επιβλέπων καθηγητής του συνέστησε να αποφύγει τους ανθρώπους των πόλεων, πολλά λόγια και λίγη ουσία και να ψάξει για πηγές στην ύπαιθρο. Μια και δυο, παίρνει τα βουνά και σ` ένα χωριό στην Πίνδο εντοπίζει ένα γεροντάκι που καθόταν μοναχό του.
-Γεια σου παππού… μπλα μπλα μπλα …θυμάσαι να μου πεις μια φορά που να σου `τύχε κάτι και να χάρηκες ΠΟΛΥ;

Ο γερακος σκέφτεται, σκέφτεται…
-Μια φορά, πριν πολλά χρόνια ένας γείτονας -Θεός σχωρεστον-έ χασε ένα πρόβατο στο βουνό. Μαζευτήκαμε λοιπόν καμία δεκαριά νοματαίοι, βγήκαμε στο βουνο βρήκαμε το πρόβατο, το γαμήσαμε και το φέραμε πίσω.
(-Αυτό δεν μπαίνει στην εργασία…για να ξαναδοκιμάσω) -ωραία…μήπως θυμάσαι καμιά ΑΛΛΗ φορά, που να `γίνε κάτι ΑΛΛΟ και να χάρηκες ΠΟΛΥ;

Ξανασκέφτεται ο γερακος…. -Μια άλλη φορά, ένας άλλος γείτονας-Θεός σχωρεστον κι αυτόν-έχασε την κόρη του στο βουνό. Ε, μαζευτήκαμε καμιά εικοσαριά άντρες, βγήκαμε στο βουνό, ψάξαμε, τη βρήκαμε, τη γαμήσαμε και τη φέραμε πίσω.

-Ωραία, παππού…(σε λάθος κατεύθυνση ψάχνω, ας αλλάξω θέμα) τώρα να σε ρωτήσω κάτι άλλο…θυμάσαι να μου πεις αν σου έτυχε ποτέ τίποτα που να ντράπηκες ΠΟΛΥ;;;

Ο γερακος πέφτει σε βαθιά περισυλλογή…το βλέμμα χαμηλωμένο…και τελικά, με ύφος μεγάλης ένοχης,:
-Μια φορά χάθηκα στο βουνό……

—————-

Περάνει μια κοπέλα έξω από ένα μαγαζί ωδικών πτηνών με ένα παπαγάλο για κράχτη στην πόρτα.
Ακούει κάποιος της φωνάζει “ΨΙΤ”, γυρνάει αυτή, ρωτάει “ΤΙ;” και ο παπαγάλος: “ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΗ – ΧΑΛΙΑ ΜΑΥΡΑ”. Τσαντίζεται αλλά το αγνοεί.

Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια ο παπαγάλος: “ΨΙΤ”, γυρνάει αυτή “ΤΙ;” “ΕΙΣΑΙ ΠΟΛΥ ΑΣΧΗΜΗ – ΧΑΛΙΑ ΜΑΥΡΑ”. Αυτή τη φορά μπαίνει μέσα στο μαγαζί, πιάνει το αφεντικό και του λέει “το και το”. Τα παίρνει το αφεντικό, βγαίνει έξω, αρπάζει τον παπαγάλο απ’ το λαιμό και του λέει “Θα σε φάω ζωντανό ρε παλιόπουστα. Γι αυτό σε έχω έξω; Ξανατόλμα να πεις μαλακίες και σε έσκισα στα δύο!”

Τα ακούει όλα αυτά η κοπέλα και φεύγει ευχαριστημένη ρίχνοντας ένα υπεροπτικό βλέμα στο πουλί που έχει λουφάξει απ’ τη βία του αφεντικού.
Την άλλη μέρα, περνάει επίτηδες έξω απ’ το μαγαζί, έτσι για να γιορτάσει τη νίκη της έναντι του παπαγάλου.
“ΨΙΤ” φωνάζει (πάλι) ο παπαγάλος. Γυρνάει η κοπέλα με ύφος νικητή, ρωτάει “ΤΙ;”

Και ο παπαγάλος: “ΞΕΡΕΙΣ…”

—————-

Μια γυναίκα ξυπνάει αργά το βράδυ και ανακαλύπτει ότι ο σύζυγός της δεν είναι στο κρεββάτι. Φοράει τη ρόμπα της και κατεβαίνει να τον ψάξει.Τον βρίσκει να κάθεται στο τραπέζι της κουζίνας, βυθισμένο σε βαθιές σκέψεις και απλώς να κοιτάζει με απλανές βλέμμα τον τοίχο,έχοντας μπροστά του μια κούπα καφέ. Εξακολουθεί να τον κοιτά καθώς αυτός σκουπίζει ένα δάκρυ από τα μάτια του και πίνει μια ρουφηξιά καφέ.

– Τι σου συμβαίνει αγάπη μου;, ψιθυρίζει μπαίνοντας στην κουζίνα, γιατί είσαι ξύπνιος τέτοια ώρα;
– Θυμάσαι τότε που είχαμε πρωτογνωριστεί πριν από 20 χρόνια,τότε που είσουν ακόμη 16 χρονών;
– Μα φυσικά και το θυμάμαι!, του απαντάει.
– Θυμάσαι τότε που μας έπιασε ο πατέρας σου να κάνουμε έρωτα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου μου;
– Ναι,κι αυτό το θυμάμαι!
– θυμάσαι μήπως και τη στιγμή που πήρε την καραμπίνα και μου είπε ότι, ή θα σε παντρευτώ ή θα με στείλει φυλακή για 20 χρόνια;
– Ναι αγάπη μου,το θυμάμαι κι αυτό!
– Σήμερα θα είχα αποφυλακιστεί…,της λέει,σκουπίζοντας ένα ακόμα δάκρυ από το προσωπό του…

—————-

Δύο τύποι πίνουν καφέ απ’ έξω από μια εκκλησία. Τελειώνει η λειτουργία και ο παπάς περνάει έξω από το καφενείο κουτσαίνοντας.
Ο ένας από τους δύο:
– Παπά έλα να σε κεράσουμε καφέ.
– Δεν μπορώ τέκνο μου, γιατί έπεσα και χτύπησα στο μπιντέ και δεν μπορώ να κάτσω. Μια άλλη φορά ευχαριστώ.
– Στο καλό να πας παπά.
Φεύγοντας ο τύπος ρωτάει τον φίλο του:
– Ρε συ, τι είναι ο μπιντές;
Και ο φίλος του:
– Ξέρω ‘γω μωρέ μαλάκα, 40 χρόνια έχω να πάω στην εκκλησία.

—————-

Σ’ εξετάσεις Φυσικής, σε κάποιο πανεπιστήμιο, ο καθηγητής εξέταζε τους φοιτητές του προφορικά έναν-έναν. Περνάει ο πρώτος, του λέει ο καθηγητής: – Είσαι σ’ ένα τρένο που κινείται με σταθερή ταχύτητα u=100 km/h και κάθεσαι δίπλα στο παράθυρο. Ξαφνικά ζεσταίνεσαι. Τι κάνεις τότε;  Ο φοιτητής απαντάει: – Ανοίγω το παράθυρο.
 Οπότε του λέει ο καθηγητής: – Ποια η αντίσταση του αέρα που αναπτύσσεται μετά το άνοιγμα του παραθύρου, ποια η μεταβολή της τριβής μεταξύ τρένου και γραμμών και τέλος ποια η νέα ταχύτητα του τρένου;
Ο κακόμοιρος, ο φοιτητής, μη ξέροντας ν’ απαντήσει, κόβεται.

Αυτό συνεχίζεται μ’ όλους τους φοιτητές ώσπου μπαίνει ο τελευταίος, ο οποίος είναι μεγάλο έτος.
Του λέει ο καθηγητής: – Είσαι σε ένα τρένο που κινείται με σταθερή ταχύτητα u=100 km/h και κάθεσαι δίπλα στο παράθυρο. Ξαφνικά ζεσταίνεσαι. Τι κάνεις τότε;

Οπότε ο φοιτητής του λέει: – Βγάζω το σακάκι μου.
Ο καθηγητής του λέει: – Ζεσταίνεσαι πολύ!
Φοιτητής: – Ε, τότε βγάζω και τη μπλούζα μου.
Καθηγητής: – Ζεσταίνεσαι πάρα πολύ!
Φοιτητής: – Ε, βγάζω και το παντελόνι μου, αν ζεσταίνομαι τόσο πολύ.
Καθηγητής: – Μα μιλάμε καίγεσαι!
Φοιτητής: – Ε, τότε βγάζω και το σώβρακό μου, τι να κάνουμε.
Καθηγητής: – Ωραία… Είναι κι ένας αράπης εκεί κι αν το βγάλεις θα σε γαμήσει… Ακόμα θες να γδυθείς;
Φοιτητής: – Κοιτάξτε, κύριε καθηγητά, εγώ προσπαθώ να πάρω πτυχίο εδώ και πόσα χρόνια και συνέχεια με κόβετε. Και ΟΛΟ το τρένο να με γαμήσει, εγώ το παράθυρο ΔΕΝ τ’ ανοίγω!

—————-

Σε έναν διεθνή διαγωνισμό μυστικών υπηρεσιών, στην τελική φάση, προκρίνονται η CIA της Αμερικής, η ΜΙ6 της Αγγλίας και η Ελληνική ΕΥΠ. Φτάνει λοιπόν η ώρα της δοκιμασίας που θα κρίνει ποια θα είναι και η τελική κατάταξη των υπηρεσιών. Η επιτροπή εκφωνεί την τελική αποστολή:
– Έχουμε αφήσει ένα κουνέλι στην δασική έκταση που βλέπετε μπροστά σας. Η υπηρεσία που θα ανακαλύψει και θα συλλάβει πιο γρήγορα το κουνέλι θα είναι και η νικήτρια.

Ξεκινάει η CIA, ψάχνει μεθοδικά όλο το δάσος, χτενίζει κάθε πιθανή κρυψώνα και μετά από τρεις ημέρες, όλα τα στοιχεία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι:
– Κουνέλι στο δάσος δεν υπάρχει!

Έρχεται η σειρά της Αγγλικής ΜΙ6, χρησιμοποιεί ειδικούς θερμικούς ανιχνευτές προηγμένης τεχνολογίας, στοιχεία και πληροφορίες από κατασκοπευτικούς δορυφόρους, τοποθετεί κάμερες, μικρόφωνα και παγίδες, αλλά μετά από πέντε ημέρες κι αυτή δεν βρίσκει κουνέλι. Γυρνάει στην επιτροπή παραδίδοντας το πόρισμα:
– Ύποπτο κουνέλι δεν βρέθηκε, οι τηλεφωνικές του κλήσεις δεν κατέστη δυνατόν να υποκλαπούν, προτείνεται η ολοσχερής καταστροφή του δάσους με ψεκασμό βενζίνης και φωτιάς!

Και ήρθε και η ώρα της ΕΥΠ. Οι πράκτορες εφορμούν στο πυκνό δάσος. Δεν περνάει μία ώρα και εμφανίζονται κρατώντας καταχτυπημένη, ταλαιπωρημένη και αλυσοδεμένη μιαν αρκούδα. Με το που την φέρνουν μπροστά στην επιτροπή, η αρκούδα πέφτει γονατιστή και φωνάζει:
– Όχι άλλο ξύλο! Όχι άλλο ξύλο, ομολογώ! Ναι! Εγώ είμαι το κουνέλι!

—————-

Η δασκάλα της Α’ Γυμνασίου έχει πρόβλημα με τον Τοτό, ο οποίος δείχνει να βαριέται αφόρητα στην τάξη.
– Ποιο είναι το πρόβλημά σου, Τοτέ; τον ρωτάει.
– Είμαι πολύ έξυπνος για να είμαι στην πρώτη τάξη, απαντά ο Τοτός. Η αδερφή μου είναι στην τρίτη τάξη κι είμαι εξυπνότερος από αυτή. Πιστεύω ότι πρέπει να πάω στην τρίτη κι εγώ.

Η δασκάλα τον πήγε στον διευθυντή που συμφώνησε να του κάνουν τεστ κι αν απαντήσει σωστά, να τον βάλουν στην τρίτη τάξη.

– Πόσο κάνουν 3 Χ 3; τον ρωτάει ο διευθυντής.
– 9, απαντάει ο Τοτός.
– 3Χ13;
– 39.

Ακολούθησαν κι άλλες ερωτήσεις κι απαντούσε σωστά ο Τοτός. Μετά ήρθε η σειρά της δασκάλας για ερωτήσεις. Ρωτάει:
– Τι είναι αυτά που η αγελάδα έχει τέσσερα κι εγώ δυο;
– Τα πόδια.

– Τι έχεις στο παντελόνι σου που εγώ δεν έχω στο δικό μου;
– Τσέπες.

– Τι είναι μαλλιαρό, οβάλ, γλυκό και μέσα υγρό;
– Η καρύδα.

– Τι μπαίνει μέσα σκληρό και ροζ και βγαίνει μαλακό και βρεγμένο;
Ο διευθυντής ανοίγει διάπλατα τα μάτια του, αλλά πριν προλάβει να διακόψει, ο Τοτός απαντά:
– Η τσίχλα.

– Τι κάνει ο άντρας όρθιος, η γυναίκα καθιστή και το σκυλί στα τρία πόδια του;
Τα μάτια του διευθυντή ανοίγουν τρομαγμένα, αλλά πριν προλάβει να πει κάτι…
– Χειραψία, λέει ο Τοτός.

– Και τώρα μερικές ερωτήσεις του στυλ “Τι είμαι εγώ”.
Αρχίζω: Χώνεις τα παλούκια σου μέσα μου. Με πιέζεις, με καρφώνεις κι εγώ ανεβαίνω. Δεν προλαβαίνεις να τελειώσεις, κι εγώ βρέχομαι.
– Η σκηνή του κάμπινγκ.

– Βάζεις ένα δάχτυλό σου μέσα μου. Με παίζεις νευρικά. Ο σωστός άντρας αυτό κάνει πρώτα.
Ο διευθυντής κοιτάζει σα χαμένος.
– Η βέρα.

– Είμαι σε διάφορα μεγέθη. Όταν δεν είμαι καλά, στάζω. Όταν με πιάνεις και με αναταράζεις, ανακουφίζομαι.
– Η μύτη.

– Είμαι ένα σκληρό δοκάρι με σουβλερή άκρη. Καρφώνομαι με δύναμη τρέμοντας.
– Το βέλος, απαντά ο Τοτός.

– Αρχίζω από Μ κι όταν με δοκιμάσεις λιγώνεσαι.
– Το μέλι.
Ο διευθυντής έβγαλε ένα στεναγμό ανακούφισης και είπε:
– Μωρέ, στείλ’ τον στο Πανεπιστήμιο. Εγώ από μέσα μου έδωσα λάθος απαντήσεις σ’ όλες τις ερωτήσεις..